«ΑΙΜΟΣ ΔΙΑΔΡΟΜΕΣ ΣΤΑ ΒΑΛΚΑΝΙΑ» ΘΟΔΩΡΗΣ ΝΙΚΟΛΑΟΥ

Aπό ΑΓΡΑ

€26,90

Απόσπασμα από τον Πρόλογο του Παντελή Μπουκάλα:

«Ο Θοδωρής Νικολάου τ’ αγαπάει τα Βαλκάνια. Το βλέμμα του πάνω τους παραμένει θωπευτικό ακόμα κι όταν το οξύνει η δίκαιη αυστηρότητα η το παράπονο για τη μοίρα τους, καλά συγκρατημένο πάντως, εσωτερικό, όχι φλύαρο. Τα μελετάει σαν ενιαίο τόπο, όχι σαν κερματισμένο χώρο. Σαν τόπο αισθημάτων και στάσεων δοκιμασμένο, ταλανισμένο, φτωχό, αλλά ικανό ακόμα να νιώθει τον απέραντο πλούτο ενός χαμόγελου η ενός παιδικού παιχνιδιού. Η κούνια, το τραμπολίνο, το καρουζέλ, τα παιδιά που παίζουν, αρθρώνουν ένα μοτίβο απαντοχής και προσδοκίας ακριβώς επειδή το παιχνίδι ξετυλίγει την παραμυθητική ανέμη του δίπλα στα ερείπια της φτώχειας η του πολέμου και στα νεκροταφεία, όχι σε ασφαλισμένα θερμοκήπια καλλιέργειας ανθρώπινων μονάδων.

Ο Νικολάου αλωνίζει στα Βαλκάνια· όχι σαν κάποιος τρίτος, όχι σαν εξωτερικός, αδιάκριτος επισκέπτης που, αμέτοχος επί της ουσίας, άθικτος από οποιαδήποτε συγκίνηση, αναζητάει “αυθεντικότητα” η “αρχαϊσμό”. Ταξιδεύει στις χώρες της χερσονήσου, με τις εκ παραδόσεως αντιμαχόμενες φυλές, θρησκείες και μειονότητες, για να ταξιδέψει μέσα του. Είναι προσκυνητής της αντοχής των πραγμάτων και των ανθρώπων παρά μηχανικός καταγραφέας τους. Με τα μάτια της ψυχής του φωτογραφίζει».

Απόσπασμα από την Εισαγωγή του φωτογράφου:

«Τι είναι τα Βαλκάνια, όμως; Φυλές, θρησκείες, εθνότητες, συνήθειες και ήθη παράγουν ένα γοητευτικό κράμα ανθρώπων. Με όψη φωτεινή, βαθιά ανθρώπινη. Με τη βαλκανική ψυχή, η οποία φαντάζει τραχιά και απόκοσμη, αλλά και αυθόρμητη και σαγηνευτική όταν φλέγεται. Αυτά, λοιπόν, τα Βαλκάνια –μέσα σε όλη τους τη σκληρότητα– άρχισα να ανακαλύπτω με την περιπλάνησή μου. Σύμβολα των Βαλκανίων δεν είναι μόνο το μίσος, ο θάνατος και η εκδίκηση, οι τάφοι στη Σρεμπρένιτσα, ο οικονομικός πρωτογονισμός, οι εθνικισμοί. Βαλκάνια είναι τα παιδιά, σαν αντίδοτο στη φθορά, που παίζουν στα ερείπια ενός εγκαταλελειμμένου εργοστασίου, λίγο πριν πέσει το σκοτάδι. Το νιόπαντρο ετερόθρησκο ζευγάρι, το πέρασμα από τη μια πλευρά των συνόρων στην άλλη, με μόνο διαβατήριο την πίστη στο μέλλον, όπως το οραματίστηκε ο Ρήγας».